Mesa: mesa para jugar juegos de mesa y particularmente ajedrez y asientos para los jugadores. Τραπέζι: τραπέζι γιά νά παίζουν ἐπιτραπέζια παιχνίδια καί ἰδιαιτέρως σκάκι καί καθίσματα γιά τούς παῖκτες.
Asiento: uno de los nuevos asientos de la Reserva Ecológica. Son de cemento y en el centro hay un agujero para tener salida el agua de la lluvia. Κάθισμα: ἕνα ἀπό τά νέα καθίσματα τοῦ Οἰκολογικοῦ Πάρκου. Εἶναι ἀπό τσιμέντο καί εἰς τό κέντρο ὑπάρχει μία τρύπα γιά νά ἔχη διέξοδο τό νερό τῆς βροχῆς.